Αιτιοκρατία & απροσδιοριστία

Μπορεί κάτι στον κόσμο να υπάρξει χωρίς αιτία; Για να διαπιστώσουμε αν κάτι τέτοιο μπορεί να ισχύει ή όχι πρέπει να εισέλθουμε στη «διαμάχη» δύο επιστημονικών πόλων, της αιτιοκρατίας κ της απροσδιοριστίας, μια «μάχη» που ξεκινά από τις αρχές του 19ου αιώνα κ θα κορυφωθεί στις αρχές του 20ου, οπου κάνουν την εμφάνισή τους στον κόσμο της επιστήμης τα περίφημα κβάντα κ ο μικρόκοσμός τους.


Πριν από δύο αιώνες λοιπόν, ο Γάλλος μαθηματικός κ αστρονόμος Laplace έγραψε την Αναλυτική Θεωρία περί των Πιθανοτήτων (1814). Με το έργο του αυτό θεωρείται ενας από τους κύριους εκφραστές της αιτιοκρατίας (ντετερμινισμού). Στην εισαγωγή του έργου του υποστηρίζει ότι πρέπει να θεωρήσουμε την παρούσα κατάσταση του σύμπαντος ως το αποτέλεσμα του παρελθόντος κ ταυτόχρονα ως την αιτία του μέλλοντος. Τα πάντα έχουν αιτία κ αντίστοιχο αποτέλεσμα. Το έργο της επιστήμης ανά τους αιώνες είναι να ανακαλύπτει όλο κ περισσότερες αιτιώδεις σχέσεις που διέπουν τα πράγματα ώστε να καταρρίπτει το πέπλο της μεταφυσικής κ της άγνοιας που καλύπτει τον κόσμο.

Κάποιοι όμως έχουν ενστάσεις, υποστηριζουν πως υπάρχουν γεγονότα στον κόσμο τα οποία δεν έχουν αιτία κ κινούνται από κανόνες τυχαιότητας κ απροσδιοριστίας. Αυτές οι θεωρίες αντλούν την επιχειρηματολογία τους κυρίως από τον κλάδο εκείνο της φυσικής που ασχολείται με τον μικρόκοσμο, με τα ελάχιστα σωματίδια της ύλης, τα κβάντα κ ονομάζεται κβαντομηχανική (Σχετικό άρθρο ΕΔΩ).

Ο Heisenberg είχε υποστηρίξει ότι το ηλεκτρόνιο, δεν έχει μια σταθερή, προκαθορισμένη θέση στο χώρο, αλλά μια σειρά από ενδεχόμενες θέσεις, μια σειρά από διαφορετικές κβαντικές καταστάσεις (1927). Επομένως κάθε φορά που ο παρατηρητής επεμβαίνει στον κόσμο των κβάντων για να διαπιστώσει σε ποια θέση βρίσκεται το ηλεκτρόνιο, αντλεί διαφορετικά δεδομένα. Η πραγματικότητα επομένως της θέσης του ηλεκτρονίου υπάρχει μόνο κατά τη στιγμή της παρατήρησης, γιατί τότε αίρεται η κατάσταση αβεβαιότητας του ηλεκτρονίου κ καταλαμβάνει μια συγκεκριμένη θέση (Σχετικό άρθρο ΕΔΩ) .

schroedingerfullΤο διάσημο πείραμα σχετικά με την κβαντική θεωρία του Heisenberg θα κάνει ο αυστριακός φυσικός Erwin Schrödinger, που έγινε γνωστό ως η «Γάτα του Schrödinger»«Μία γάτα τοποθετείται σε ένα σφραγισμένο κουτί. Στο κουτί βρίσκεται ένας μηχανισμός που περιέχει ένα ραδιενεργό πυρήνα κ ένα δοχείο με δηλητηριώδες αέριο. Το πείραμα έχει στηθεί έτσι ώστε να υπάρχει 50% πιθανότητα ο πυρήνας να διασπαστεί σε μία ώρα. Αν ο πυρήνας διασπαστεί θα εκπέμψει ένα σωματίδιο το οποίο θα θέσει σε λειτουργία το μηχανισμό κ θα σκοτώσει τη γάτα απελευθερώνοντας το δηλητηριώδες αέριο.»

Το πείραμα αυτό για πρώτη φορά στην ιστορία της κβαντομηχανικής συνέδεσε δεδομένα του μικρόκοσμου με δεδομένα του μακρόκοσμου. Αυτό που έλεγε στην ουσία ήταν: Αφού σύμφωνα με την κβαντομηχανική θεωρία ο πυρήνας βρίσκεται σε απροσδιοριστία, τότε κ η γάτα που ανήκει στον ορατό μας μακρόκοσμο κ εξαρτάται άμεσα από το μικρόκοσμο κ τις σχέσεις που τον διέπουν, βρίσκεται κ αυτή σε απροσδιοριστία. Το μόνο δόκιμο θα ήταν να χαρακτηρίσουμε τη γάτα ως ένα ενδιάμεσο στάδιο μεταξύ νεκρού κ ζωντανού οργανισμού, ως κάτι νεκροζώντανο, πράγμα που έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τον εμπειρικό μας κόσμο. Το πείραμα αυτό δείχνει κατά βάθος την πάλη μεταξύ της αιτιοκρατικής άποψης κ της νέας εποχής που εισήγαγε η κβαντική απροσδιοριστία.

Μέσα σε αυτή την επιστημονική «μάχη» που εξελίσσεται μέχρι τις ημέρες μας θα πάρει μέρος κ ο Albert Einstein, ο κατά πολλούς κορυφαίος επιστήμονας του 20ου αιώνα (θα πάρει κατηγορηματικά το μέρος της αιτιοκρατικής αντίληψης). Ο Einstein υποστήριξε ότι τα κβάντα, τα ελάχιστα σωματίδια της ύλης, θα έπρεπε να έχουν προϋπάρχουσες τιμές. Αυτό άλλωστε υπαγορεύει κ η αιτιοκρατία που ο Laplace είχε με σθένος εισάγει στην επιστημονική κοινότητα. Η πραγματικότητα δηλαδή κατά τον Einstein (το φεγγάρι υπάρχει είτε το παρατηρώ αυτή τη στιγμή είτε όχι) δεν θα ήταν δυνατό να αλλάζει κ να διαμορφώνεται τη στιγμή της εκάστοτε παρατήρησης. Γιατί στην ουσία αυτό ισχυριζεται η κβαντομηχανική, ότι δηλαδή ο παρατηρητής επεμβαίνει στη πραγματικότητα, όχι μόνο παρατηρώντας την αλλά συνάμα καθορίζοντάς την. Για την τεκμηρίωση της θέσης του αυτής ο Einstein διετύπωσε το θεωρητικό πείραμα που έγινε γνωστό ως EPR, από τα αρχικά των επωνύμων των επιστημόνων που το εισήγαν (Einstein, Podolsky, Rosen, 1935).

H-THEOREIA-THS-SXETIKOTHTAS-TOY-AINSTAIN-ME-APLA-LOGIA!!!-9«EPR: Έστω ότι έχουμε δυο υποατομικά σωματίδια Α κ Β με μηδενική ορμή περιστροφικής κίνησης (spin ή στροφορμή). Μετά από ένα στάδιο αλληλεπίδρασής τους, τα χωρίζουμε. Έστω ότι μετά το χωρισμό τους, ο παρατηρητής διαπιστώνει κατά τη στιγμή της παρατήρησής ότι το Α έχει θετικό spin στον άξονα z, δηλαδή στροφορμή προς τα πάνω. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή, το σωματίδιο Β θα έχει αρνητικό spin (στροφορμή προς τα κάτω) με βεβαιότητα 100%. Αυτό πρακτικά τι σημαίνει; Ότι δε χρειάζεται κάποιος να παρατηρήσει το Β για να διαπιστώσει την αλήθεια, την πραγματική του κατάσταση. Σύμφωνα με την αρχή της κβαντομηχανικής θα ήταν υποχρεωτικό να παρατηρήσουμε κ το Β για να ανακαλύψουμε την πραγματικότητα καθότι μόνο κατά τη στιγμή της παρατήρησης διαπιστώνεται η ακριβής του κατάσταση.»

Ένα από τα βασικότερα συμπεράσματα της κβαντομηχανικής θεωρίας είναι οτι στα πλαίσια του μικρόκοσμου ο παρατηρητής ενός πειράματος επηρεάζει το αποτέλεσμα του. Δεν υπάρχει δηλαδή αντικειμενική παρατήρηση της φύσης. Τίποτε δεν είναι πραγματικό εκτός αν παρατηρείτε κ παύει να είναι πραγματικό όταν παψει να έχει παρατηρητή. Η αδυναμία της κλασσικής μηχανικής να προσφέρει κατανόηση της ατομικής φύσης της ύλης οδήγησε τους υποστηριχτές της κβαντομηχανικής να αμφισβητούν τελικά πολλούς από τους γενικούς νόμους της κλασικής φυσικής. Αιτία για την ανάπτυξη των διάφορων αυτών θεωριών ομως δεν ήταν απλως η παρατήρηση κ τα δεδομένα όπως υποστηρίζουν αλλά μια συγκεκριμένη ερμηνεία πάνω σε αυτά.

Η χρήση συγκεκριμενων εννοιών (απροσδιοριστια, πιθανοκρατια),οι αντιληψεις περι αρχής του χρόνου, γένεσης της ύλης κ η διατύπωση θεωριών που θα στηρίζουν αυτές τις φιλοσοφικές έννοιες, όπως η θεωρία της Μεγ. Έκρηξης αποσαφηνίζουν πως το φιλοσοφικό υπόβαθρο αυτών των θεωριών ήταν ο ιδεαλιστικός τρόπος σκέψης. Δεν έχουμε να κάνουμε δηλαδή με μια αντικείμενη κ επιστημονική ερμηνεία νέων δεδομένων αλλά αναμάσημα μυστικιστικών κ δεισιδαιμονικών αντιλήψεων του ιδεαλιστικού τρόπου σκέψης που συγκρούονταν από την αρχαιότητα με την επιστημονική ερευνά ή προσπαθούσαν να παρεισφρήσουν σε αυτή.

Το δίπολο αιτιοκρατία – πιθανοκρατία (απροσδιοριστία ) είναι ένα παραπλανητικό δίπολο κ ουσιαστικά δεν αναιρεί την ύπαρξη αιτίας για τα φυσικά φαινόμενα αλλα αντιτίθεται στην νομοτέλεια. Εφόσον η αιτια για οποιοδήποτε συμβάν ειναι πιθανοκεντρικη κ απροσδιόριστη ακομη κι αν δεν παύει να ειναι αιτία παρόλα αυτα μετατρέπεται σε μια ακατανόητη δύναμη Αν οι αιτίες που πυροδοτούν τις εξελίξεις στο σύμπαν ειναι απροσδιόριστες κ περιβάλλονται απο το μαγικό πέπλο των πιθανοτήτων τοτε η επιστημονική έρευνα αναγκαστικά αναδεικνύεται μάταιη και εκπίπτει στη κατηγορία της μαγείας.

Είναι αυτές οι φιλοσοφικές ευκολίες στις οποίες είναι επιρρεπείς οι υποστηριχτές της κβαντομηχανικής που τους οδηγούν να απομακρύνονται από τον διαλεκτικό υλισμό κ την αντικειμενική επιστημονική αντίληψη της πραγματικότητας. Το δίπολο αιτιοκρατία-αναιτιοκρατία δεν συνοψίζει ακριβως την ανιτθεση μεταξυ των δυο θεσεων που αναλυσαμε. Γιατι ακομη κι αν προυκυπτει μεσα απο ενα φασμα πιθανοτητων η αιτια ενος γεγονοτος, δεν παυει να ειναι η αιτια του. Αυτο που διακυβεβευται ειναι το κατα ποσο μπορουν να προσδιοριστουν Ντετερμινιστικα οι αιτιες κ να προβλεφθουν τα αντιστοιχα αποτελεσματα, κ το κατα ποσο η πραγματικοτητα υπαρχει αντικειμενικα κ ανεξαρτητα απο τις αισθησεις μας η αν ο παρατηρτης επηραζει την εκβαση των γεγονοτων.

Αλλωστε για να μην έχουμε αίτια θα πρέπει να μην έχουμε κ αλληλεπίδραση. Επισης, άμα το σύμπαν είναι άπειρο χρονικά δεν υπάρχει νόημα για κανένα αρχικο αίτιο του σύμπαντος αλλά ούτε κ για εξωτερική εκκίνηση ή αρχή του. [Σχετικό άρθρο για την υποτιθέμενη εκκίνηση του σύμπαντος κ αρχή του χρόνου, εδώ : Big Bang ]. Το άπειρο κ συνεχώς μεταβαλλόμενο σύμπαν διέπεται από αιτιατές σχέσεις στην κάθε αλληλεπίδραση της ύλης με τον εαυτό της. Το έργο της επιστήμης είναι να ανακαλύπτει όλο κ περισσότερες αιτιώδεις σχέσεις αναμεσα στα πράγματα ώστε να αποκωδικοποιει τον φυσικο κόσμο.Η απροσδιοριστία/πιθανοκρατία της κβαντομηχανικής οδηγείται τελικά στο να υπονόμευση θεμελιώδεις φιλοσοφικές θέσεις όπως η αιτιότητα, η αλληλεπίδραση της ύλης, η απεραντοσύνη του σύμπαντος κ δεν είναι διόλου παράλογο που συνδέεται με ιδεαλιστικές/μεταφυσικές θεωρίες που μιλούν για αντικατάσταση της ύλης από την ενεργεία, για αρχή του σύμπαντος κ του χρόνου κλπ.

3 σκέψεις σχετικά με το “Αιτιοκρατία & απροσδιοριστία

  1. Οι υλιστές φιλόσοφοι ήδη από την αρχαιότητα παίρναν θέση ενάντια σε ιδεαλιστικές απόψεις πιστεύοντας στην απειρότητα του κόσμου, την αέναη -διεπόμενη από νόμους- κίνησή και ύπαρξη του. Ο Ηράκλειτος έλεγε:
    «Κόσμον τόνδε, τον αυτόν απάντων, ούτε τις θεών ούτε ανθρώπων εποίησεν αλλ?ήν αεί και εστίν και έσται πυρ αείζωον, απτόμενον μέτρα και αποσβεννύμενον μέτρα»
    (Αυτόν τον κόσμο που είναι ο ίδιος για όλα τα όντα, ούτε κάποιος θεός ούτε άνθρωπος τον έκανε αλλά ήταν πάντα και είναι και θα είναι πυρ αείζωο. που ανάβει με μέτρο και σβήνει με μέτρο)

    Μου αρέσει!

  2. H κβαντική πιθανοκρατία δεν αντίκειται στην αιτιοκρατία, ούτε την καταργεί, όπως ισχυρίζεσαι στο άρθρο σου. Είναι μια διαφορετική μορφή αιτιοκρατίας σε σχέση με αυτή (μηχανική αιτιοκρατία) που ισχύει στον κλασσικό κόσμο της κλασσικής φυσικής. Στον μικρόκοσμο η αιτιοκρατία εκδηλώνεται με διαφορετικές μορφές επειδή επικρατούν τελείως διαφορετικές συνθήκες (κυματο-σωματιδιακή φύση των κινούμενων μαζών, πολύ μεγάλες ταχύτητες των σωματιδίών, πολύ μικρός χώρος). Η πιθανοκρατία των σωματιδίων του κβαντικού μικρόκοσμου υπόκειται σε στατιστικούς νόμους (στατιστική ατιοκρατία-νομοτέλεια).

    Μου αρέσει!

    1. Συμφωνώ οτι στην πραγματικότητα η Κβαντική πιθανοκρατικη οπτική δεν καταργεί ουτε εναντιώνεται ουσιαστικα στην αιτιότητα. Στο αρθρο μου δεν εξέτασα το κατα ποσο ισχυει αυτο η οχι. Δεν ασχολήθηκα δηλαδή με το αν όντως η κβαντικη πιθανοκρατία καταργεί την αιτιότητα. Καταπιάστηκα ομως με συγκεκριμένες τασεις (σχεδον κυρίαρχες) μεσα στους επιστημονικούς κυκλους της Κβαντομηχανικής οι οποιοι ερμηνεύουν τα δεδομενα τους με τετοιο τροπο ωστε προσεγγίζουν φιλοσοφικά αναιτιοκρατικες οπτικές. Για το λογο αυτο άλλωστε επικεντρώθηκα στην έννοια της απροσδιοριστίας οπως αυτη παρουσιάζεται απο τους κυκλους αυτους.

      Στην ουσια, και θέλοντας να κινούμαστε στα πλαισια της ΔιαλεκτικοΥλιστικης Γνωσιολογίας (Την θεωρια της αντανάκλασης δηλαδη), πρεπει να αποδεχτούμε οτι π.χ. Στο Ηλεκτρόνιο παραμένουν Αντανακλάσεις ίχνη απο περασμένες αλληλεπιδράσεις που μπορουν σε νεες συνθηκες να ξανα αποκτουν επικαιρο-ενεργο χαρακτήρα κ ετσι να Συν-καθοριζουν την μελλοντική συμπεριφορά του e (μια συμπεριφορά τέτοια λοιπόν που δεν θα μπορούσε να εξηγηθεί ολοτελα μηχανιστικά, λαμβάνοντας υποψην δηλαδη μονο τις παρουσες, επενεργες, υλικορεαλιστικες συνθήκες).

      Το γενος οτι στην υλη παραμένει ενα αποτύπωμα, ιχνος, προδιάθεση απο περασμενες αντανακλασεις δεν σημαίνει σε καμια περιπτωση οτι το e εχει καποιο ειδος συλλογικό ασυνείδητο, συσσωρευμένο βιοανκλαστικο μηχανισμό η μνημη. Αλλα δεν γινεται να παραβλέψουμε την υπαρξη αυτου του ανενεργού, αφηρημένου ιχνους περασμενων αντανακλάσεων γιατι τοτε θα αναιρούσαμε την διαδοχικότητα, συνεχεία της αιτιακης επιρροής.

      Ετσι η συμπροφορά του e εξαρτάται οχι μονο απο τις υπάρχουσες ενεργές συνθηκες του περιβαλλοντος του αλλα κ απο την επιρροή περασμενων καταστάσεων πανω στο παρον (διαφορετικα θα ξεπεφταμε σε εναν κβαντικο συμπεριφορισμο).

      Η παραδοχή αυτη (οτι δηλαδη οι απαντητικές αντιδρασεις των σωματων σε συγκεκριμένα ερεθίσματα απο το περιβαλλον τους δεν συμπεφτουν απολυτα κ διχως υπόλοιπο με το πραγματικο ερεθισμα που πυροδότησε την αντιδραση τους) υπονομευει σχετικα κ επιφανειακα την αιτιότητα, ως προς την υπαρξη απολυτα συγκεκριμενης κ καθορισμενης αιτιας που προκαλεσε την συμπεριφορα του σωματιδιου (αυτο αποτελει προβλημα για τους μεταφυσικους κ τους μηχανιστες που επιζητουν σαφεις, συγκεκριμενες – απολυτα διαχωρισμενς απο την εσωτερικότητα του σωματιδιου- αιτιες) αλλα δεν καταργει την θεμελιώδη νομοτέλεια της αιτιακης επηρροης.

      Αυτος ειναι ο λογος που η συμπεριφορα σωματιδιων προβαλει αλλοπρόσαλλη κ δυσανάλογη με τις υλικες επηρορες που ασκουνται την στιγμη της παρατηρησης πανω τους κ για αυτο το λογο ξεδιπλώνεται το εδαφος για να μιλουμε για στατιστικολογια κ πιθανοκρατια αντι για ξεκαθαρη αλληλουχια αιτιακων επιρροών.

      Αρα συμφωνω μαζι σου οταν λες οτι στην κβαντομηχανικη δεν καταργειται η αιτιοκρατια αλλα “Είναι μια διαφορετική μορφή αιτιοκρατίας σε σχέση με αυτή (μηχανική αιτιοκρατία) που ισχύει στον κλασσικό κόσμο της κλασσικής φυσικής. ”

      Το προβλημα με αυτες τις τάσεις που υποβοσκουν στο πεδιο της κβαντομηχανικής δεν περιοριζεται στην αιτιοκρατια (απροσδιοριστια). Οπως ανεφερα κ στο αρθρο μου μπαινουν κ αλλα φιλοσφικα ζητηματα οπως οτι στα πλαίσια του μικρόκοσμου ο παρατηρητής ενός πειράματος επηρεάζει το αποτέλεσμα του. Δεν υπάρχει δηλαδή αντικειμενική παρατήρηση της φύσης.

      Αν ομως ισχυουν οι υποθεσεις του Χαιζεμπεργκ κ Μπορ τοτε θα πρεπει να συμπεράνουμε οτι αν δεν υπηρχαν ανθρωποι που να εχουν κατασκευασει μικροσυσκευες που ερευνουν τα μικροσωματιδια τοτε τα μικροσωματιδια θα επαυαν να υπαρχουν αντικειμενικα. Δεν θα ειχαν τις αντικειμενικα πραγματικές τους θεσεις μεχρι να τα παρατηρησουμε. Τοτε το αντικειμενο της κβαντομηχανικης δεν ειναι τελικα τα αντικειμενικώς υπαρκτα σωματιδια αλλα η σχεση της ανθρωπινης τεχνικης (συσκευης) με αυτα.

      Πως ο κβαντικος πειρματιστης οταν μετραει χωριστα την πληροφορια για τη θεση κ υστερα την ορμη του σωματιδιου εχει τη δυνατοτητα να καθορισει τη ταυτοτητα του σωματιδιου που ερευνησε; πως μπορει να γνωριζει οτι τα δεδομενα του δεν προερχονται απο δυο διαφορετικα σωματιδια; το σωματιδιο δεν μπορει να ειναι το αθροισμα των συμπληρωμενων απο το πειραματιστη τιμων (θεσης κ ορμης – κυμα) αλλα ο συγκεκριμενος υλικος φορεας τους.

      Το μικροσωματιδιο μετατρεπεται σε μεταφυσικο ιδεατο διαγραμα, ενα προιον στατικολογικης προσεγγισης, τελικα μαθηματικοποιηται. Κ μαλιστα μαθηματικοποιηται υπο ορους απροσδιοριστιας , υπονομευοντας ετσι την αντικειμενικη υπαρξη του κβαντικου συνολουη την αντικειμενικη γνωση του κβαντικου συνολου απο τον παρατηρητη – υποκειμενο.

      Αυτη η μαθηματικοποιηση εχει απεριοριστες προεκτάσεις. Ουσιαστικα αποτελει την προϋπόθεση για την αναπτυξη των συγχρονων κοσμογωνικων “επιστημονικων” υποθεσεων οπως την θεωρια της Μεγαλης Εκρηξης. Κ θα κλεισω το σχολιο μου με μια τελαιτα αναφορα σε αυτο (εχω ηδη πλατιασει).

      Ο Λανταου απεδειξε εχωντας υποψην του το πραγματικο κ οχι τον ιδεατο καταμερισμο των κοσμικων μαζων στο γαλαξια μας (οχι μαθηματικα σημεια) οτι ποτε δεν μπορει να συσταλει κ να επανερθει στη δηθεν αρχικη του κατασταση του μηδαμινου ογκου – Μαθηματικου σημειου. Απεδειξε οτι ο γαλαξιας μας ειναι ανοιχτο συστημα που ποτε δεν θα παιθανει ουτ υπηρξε ποτε ως μαθηματικο σημειο που αναπτυχθικε μεσω κοσμικης εκρηξης

      Μου αρέσει!

Σχολιάστε